Τρίτη 5 Ιουλίου 2016

Η ΘΕΜΙΣ ΕΧΕΙ ΝΕΥΡΑ


Τον τελευταίο καιρό ο δικηγορικός κλάδος βρίσκεται σε αναταραχή. Οι νομοθετικές αλλαγές που ψηφίστηκαν ή προωθούνται –καταστροφικές ως επί το πλείστον για το επάγγελμά μας-, επιβεβλημένες από τη μνημονιακή πολιτική της «δοτής» κυβέρνησης, έχει φέρει τους Δικηγόρους -τουλάχιστον μεγάλη μερίδα αυτών- στα πρόθυρα νευρικής κρίσης.
Δεν είναι μόνο που προσβάλλονται τα επαγγελματικά μας δικαιώματα. Είναι κυρίως που βάλλεται ανηλεώς η επαγγελματική και επιστημονική μας υπόσταση ως συλλειτουργοί της Δικαιοσύνης.
Η αρνητική εικόνα που έχει ο περισσότερος κόσμος στο μυαλό του για τους Δικηγόρους (απατεώνες, λεφτάδες, ψευταράδες), εικόνα στη δημιουργία της οποίας για να λέμε την αλήθεια, έχουνε συμβάλλει και κάποιοι από τους συναδέλφους τα μέγιστα, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Τουλάχιστον σε πολύ μεγάλο ποσοστό. Αν παλιότερα η δικηγορία ήταν ένα επάγγελμα με κύρος, εφαλτήριο για καριέρα στην πολιτική και κυρίως καλοπληρωμένο και μάλιστα αδρά, στη σημερινή εποχή το επάγγελμα του Δικηγόρου, είναι ψυχοφθόρο, επικίνδυνο και κυρίως κακοπληρωμένο… Σύμφωνοι, όχι για όλους. Δε μιλώ για τις μεγάλες νομικές εταιρίες, και τους μεγαλοδικηγόρους με τις άριστες δημόσιες (συχνά διαπλεκόμενες) πελατειακές σχέσεις. Μιλάω κυρίως για τους νέους δικηγόρους που δεν έχουν πατέρα, μάνα ή κάποιο συγγενή τέλος πάντων δικηγόρο, που θα τους αφήσει έτοιμο γραφείο με έτοιμο πελατολόγιο. Όχι πως δε πλήττεται και αυτή η κατηγορία ή οι μεγαλύτεροι σε ηλικία δικηγόροι. Το ‘χτύπημα’ είναι γενικό και σφοδρό.
Γιατί αντιδρούμε όμως; Και απέναντι σε ποιες πολιτικές; Το λεγόμενο άνοιγμα του επαγγέλματος, (Αλήθεια ποτέ δε κατάλαβα γιατί θεωρείται κλειστό επάγγελμα, αφού κάθε απόφοιτος νομικής, μπορεί πληρώντας τις τυπικές προϋποθέσεις, δηλαδή αφού έχει κάνει την πρακτική του άσκηση – μαύρη ανασφάλιστη εργασία- σε κάποιο γραφείο, με τις αντίστοιχες παραστάσεις στα δικαστήρια, και αφού πετύχεις τις σχετικές εξετάσεις μπορεί να γίνει δικηγόρος), έχει επιφέρει σημαντικές αλλαγές στο επαγγελματικό μας καθεστώς. Η αύξηση των ασφαλιστικών μας εισφορών (ειδικά όταν το ταμείο υγείας για τους δικηγόρους των επαρχιών δηλαδή το λεγόμενο ΤΥΔΕ, αργεί πλέον της τριετίας να καταβάλλει τις ιατρικές και φαρμακευτικές μας δαπάνες, τις οποίες έχουμε ήδη πληρώσει, μας καθιστά ουσιαστικά ανασφάλιστους.) σε συνδυασμό με την επιβολή ΦΠΑ 23% στις παρεχόμενες υπηρεσίες , την επιβολή τέλος επιτηδεύματος και την επιχειρούμενη φορολόγηση μας με αντικειμενικά κριτήρια, ανεξάρτητα δηλαδή από το αν έχεις πραγματικά εισοδήματα ή όχι, η μεταφορά δικηγορικής ύλης στους συμβολαιογράφους (πχ συναινετικά διαζύγια, έρευνα στα υποθηκοφυλακεία, κτλ, η κατάργηση της υποχρεωτικής παράστασης των δικηγόρων στα συμβόλαια ακόμα και για μεταβιβάσεις ακινήτων, η δημιουργία paralegals, δηλαδή παραδικαστικού κλάδου, η είσοδος συνταξιούχων άλλων κλάδων στο επάγγελμα και η κατάργηση του γεωγραφικού περιορισμού για τη δημιουργία νομικών εταιριών, είναι ρυθμίσεις που οδηγούς με μαθηματική ακρίβεια και μάλιστα με γρήγορους ρυθμούς μεγάλο ποσοστό των συναδέλφων –κυρίως νέων-στην οικονομική τους εξαθλίωση και τελικά στην έξοδο τους από το επάγγελμα, αφού για πολλούς από εμάς θα είναι οικονομικά ασύμφορο να κρατήσουμε ανοιχτά τα γραφεία μας, ή στην υποδούλωσή μας στις μεγάλες νομικές εταιρίες-χταπόδια που θα μας προσλαμβάνουν πλέον με εξευτελιστικούς μισθούς των 300-400 ευρώ.
Πέρα όμως από τα επαγγελματικά μας δικαιώματα πλήττεται βάναυσα και το ίδιο το κύρος της Δικαιοσύνης. Η αύξηση των παραβόλων και γενικά του κόστους της δικαιοσύνης, καθιστά ουσιαστικά ανεπίτρεπτη την πρόσβαση στη δικαιοσύνη των οικονομικά ασθενέστερων ομάδων του πληθυσμού. Με πολύ απλά λόγια όποιος έχει χρήματα θα βρίσκει το δίκιο του. Όποιος δεν έχει θα βγάζει το σκασμό. Τα άρθρα 8 παρ. 1 & 20 του Συντάγματος που ορίζουν ότι κανένας δε μπορεί να στερηθεί χωρίς τη θέληση του το δικαστή που έχει ορίσει ο νόμος και καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια, στη πράξη μένουν κενό γράμμα. Η ελληνική Δικαιοσύνη υποτάσεται στις σκοπιμότητες του μνημονίου, μετατρεπόμενη σε φοροεισπρακτικό μηχανισμό, ενώ η κατάργηση της οργανωτικής, διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας των δικηγορικών συλλόγων καθιστά τους δικηγόρους υπηρέτες δύο αφεντάδων: της εκάστοτε κυβερνητικής εξουσίας και των τραπεζών.
Πέρα απ’ όλα αυτά βέβαια από επιστημονική άποψη, τον τελευταίο καιρό έχουμε γίνει μάρτυρες, της κατάφορης παραβίασης του Συνταγματος, του υπέρτατου Νόμου της χώρας και της ουσιαστικής κατάλυσης του, τόσο εξαιτίας των διάφορων αντισυνταγματικών νομοθετικών ρυθμίσεων που έχουν βυθίσει την κοινωνία στην απόγνωση κι έχουν καταλύσει κάθε έννοια κράτους δικαίου, ακόμα και της ίδιας της έννοιας της Δημοκρατίας όσο και του περιορισμού της εθνικής μας κυριαρχίας. Η διορισμένη Κυβέρνηση και μερίδα του Κοινοβουλίου, που δεν έχει τη στήριξη του λαού, αφού δεν προήλθε από εκλογές, ψηφίζει μέτρα επώδυνα που οδηγούν στην ύφεση, κι έχουν δεσμεύσει τη χώρα για πολλές δεκαετίες, υποθηκεύοντας το μέλλον πολλών γενεών.
Δυστυχώς η αντίδραση του κλάδου σε αυτές τις αλλαγές και στην προσβολή του Συντάγματος και της Δικαιοσύνης, είναι είτε παρωχημένη, είτε σπασμωδική, οπωσδήποτε όμως αναποτελεσματική. Σε αυτό φυσικά συντελούν τόσο κάποιοι εκπρόσωποι της δικαστικής εξουσίας, αφού το ΣτΕ (Συμβούλιο της Επικρατείας) έκρινε συνταγματικό το μνημόνιο (!) όσο και κάποιοι από τους συνδικαλιστικούς μας εκπροσώπους ειδικά τα διοικητικά συμβούλια των τριών μεγαλύτερων δικηγορικών συλλόγων της χώρας, αλλά και η ολομέλεια των Προέδρων, που αρνούνται να συγκρουστούν με την εξουσία (προφανώς υπάρχουν μεγάλα συμφέροντα) και επιμένουν στην αντίδραση των αποχών (ολιγοήμερων ή πολυήμερων) που το μόνο αποτέλεσμα που έχουν είναι να αποδυναμώνουν οικονομικά ακόμα περισσότερο τους Δικηγόρους, αλλά και να καθυστερούν ακόμα περισσότερο την ήδη καθυστερημένη απονομή της Δικαιοσύνης.
Στις σημερινές δύσκολες συνθήκες ο δικηγορικός κλάδος οφείλει να παλέψει σε δύο μέτωπα. Στο επιστημονικό και στο επαγγελματικό του πεδίο. Και αυτό δε μπορεί να γίνει μόνο με τις αποχές. Χρειάζονται άλλες μορφές δράσεις και πάλης περισσότερο αποτελεσματικές που χτυπάν ακριβώς στη ρίζα του προβλήματος, και θα πιέσουν σφοδρά την κρατική εξουσία και οι οποίες
α) Θα αναδείξουν την θεσμική ισχύ του Δικηγόρου και των Δικηγορικών Συλλόγων και θα καταστήσουν σαφές στην Ελληνική Πολιτεία, ότι δεν μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις ερήμην μας.
β) Θα αποκαταστήσουν την εικόνα του κλάδου στα μάτια της κοινωνίας, η οποία σε μεγάλο ποσοστό, θεωρεί τον Δικηγόρο, ως επάγγελμα παρασιτικό και μη παραγωγικό, και
γ) Θα ανακουφίσουν τον βαλλόμενο Έλληνα πολίτη, τη στιγμή που δέχεται αλλεπάλληλες επιθέσεις εναντίον των νομίμων δικαιωμάτων του αλλά και των κατοχυρώσεων, που πέτυχαν προηγούμενες γενιές με δεκαετίες κοινωνικών αγώνων και διεκδικήσεων.
Ενδεικτικά αναφερόμενες: πλήρη αποχή από τα ακροατήρια των φορολογικών δικαστηρίων, τα οποία εκκρεμούν, είτε μετ’ αναβολή, είτε προς προσδιορισμό. Συνέπεια: καμιά εκδίκαση που θα αποφέρει έσοδα στο ελληνικό δημόσιο. Κάθε δικηγορικός σύλλογος να αναλάβει πλήρως το κόστος για την παράσταση δικηγόρου του, για τις διαδικασίες της ανακοπής κατά ταμειακής βεβαίωσης του ΚΕΔΕ και προσφυγής κατά φορολογικής παράβασης, καθώς και των συνακόλουθων αιτήσεων αναστολής και λήψης προσωρινής διαταγής, που θα προκύψουν από τώρα και εφεξής και για κάθε ενδιαφερόμενο πολίτη. Συνέπεια: καμία νέα ταμειακή βεβαίωση. κανένας εκτελεστός τίτλος υπέρ του ελληνικού δημοσίου. εκμηδενισμός των εσόδων. Πλήρης νομική συμπαράσταση στον βαλλόμενο πολίτη: σύνταξη, κατάθεση και συζήτηση δωρεάν αίτησης ασφαλιστικών μέτρων κατά της ΔΕΗ, με αφορμή το ΕΕΤΗΔΕ , για κάθε πολίτη, εφόσον το επιθυμεί. επίσης, δωρεάν σύνταξη και κατάθεση (όχι, όμως και συζήτηση, αφού προτείνουμε αποχή από τα ακροατήρια των φορολογικών δικαστηρίων) προσφυγών κατά του τέλους επιτηδεύματος και της εισφοράς αλληλεγγύης. Συνέπεια: αποκατάσταση της θέσης και του ρόλου μας στα μάτια του πολίτη και ταυτόχρονα ολική στέρηση εσόδων του ελληνικού δημοσίου. Συνδικαλιστική συμφωνία με τα σωματεία των δικαστικών επιμελητών και τις ενώσεις δικαστών και εισαγγελέων, με σκοπό την έκδοση κοινών ανακοινώσεων, που θα αντιμετωπίζουν τα προβλήματα της δικαιοσύνης, ως θεσμικά προβλήματα της ολότητας της τρίτης συνταγματικής εξουσίας και όχι σαν συντεχνιακά προβλήματα ενός κατακερματισμένου και προβληματικού κλάδου. Συνέπεια: δόμηση της μέγιστης δυνατής δικαιϊκής συμμαχίας για τη δυναμική διεκδίκηση των κεκτημένων μας. Έγερση τακτικής αγωγής και ασφαλιστικών μέτρων για να επιστραφούν στο ταμείο νομικών τα οφειλόμενα από το ελληνικό δημόσιο. Συνέπεια: άσκηση πολιτικής και οικονομικής πίεσης και σημαντικό επικοινωνιακό πλεονέκτημα.

Η κοινωνία υποφέρει και βυθίζεται στην ύφεση, οι άνθρωποι υποφέρουν, οι ηθικές αξίες καταρρέουν. Ο δικηγορικός κλάδος πρέπει να σταθεί αρωγός στην κοινωνία, να δράσει διαδραστικά με άλλες κοινωνικές ομάδες και να μη μείνει περιχαρακωμένος στο συντεχνιακό μικρόκοσμό του. Άλλωστε αυτός είναι ο πρωταρχικός μας ρόλος. Η υπεράσπιση της Δικαιοσύνης, του Συντάγματος, και του Κράτους Δικαίου.

01-03-2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου